- πρόμοχθοι
- πρόμοχθοιbeam-endsmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γείσο — Το μέρος της στέγης ενός ναού ή σπιτιού που προεξέχει από τους κάθετους τοίχους του, με σκοπό να τους προφυλάξει από τα νερά της βροχής που ρέουν από τη στέγη. Στην αρχιτεκτονική των αρχαίων το γ. ήταν το ανώτατο τμήμα του θριγκού (κορνίζας). Το… … Dictionary of Greek
πρόμοχθος — ο, ΝΑ [μόχθος] νεοελλ. μικρή τετράπλευρη μαρμάρινη πλάκα στην κάτω επιφάνεια δωρικού γείσου, τοποθετημένη πάνω από τις τριγλύφους και στο μέσο τών μετοπών, που κοσμείται με 18 σταγόνες οι οποίες χωρίζονται μεταξύ τους από τις αγυιές αρχ. 1.… … Dictionary of Greek